usurpation - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

usurpation - translation to ρωσικά

ILLEGITIMATE OR CONTROVERSIAL CLAIMANT TO STATE POWER
Usurpation; Usurp; Usuper; Usurped

usurpation         

[ju:zə:'peiʃ(ə)n]

существительное

общая лексика

узурпация

незаконный захват (власти и т. п.)

узурпация, незаконный захват

usurpation         
сущ.
узурпация; незаконный захват (территории, власти).
usurpation         
usurpation noun узурпация, незаконный захват

Ορισμός

usurpation
n.
Seizure, assumption infringement on the rights of others.

Βικιπαίδεια

Usurper

A usurper is an illegitimate or controversial claimant to power, often but not always in a monarchy. In other words, one who takes the power of a country, city, or established region for oneself, without any formal or legal right to claim it as one's own. Usurpers can rise to power in a region by often unexpected physical force, as well as through political influence and deceit.

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για usurpation
1. True, this does nothing about today‘s judicial usurpation in Massachusetts.
2. All right: Given these overly kind assumptions, can this administration‘s usurpation of power somehow be justified?
3. Former Environment Minister Marina Silva said the plan "legalizes the usurpation of land" in the Amazon.
4. That‘s a complete usurpation of the legislative process," said Assemblyman Todd Spitzer of Orange, chairman of a prison oversight committee.
5. The big word in Ukrainian politics of late has been "usurpation." But usurpation is not really the question –– it‘s more like the resumption of important negotiations in new conditions.
Μετάφραση του &#39usurpation&#39 σε Ρωσικά